Η γη του άγριου μελιού
Medena zemja
Δύο οσκαρικές υποψηφιότητες (ντοκιμαντέρ και διεθνούς ταινίας) για μια λιτή, διεισδυτική και τρυφερή ματιά στον αγώνα μιας μοναχικής γυναίκας και στο τέλος εποχής ενός ολόκληρου τρόπου ζωής. Εντυπωσιάζουν οι διαχρονικές αλήθειες που καταγράφει η «αόρατη» κάμερα, συγκινεί βαθιά η εγκαταλελειμμένη από θεό και ανθρώπους Χατίτζε.
Λίγα ντοκιμαντέρ της πρόσφατης κινηματογραφικής εσοδείας έχουν καταφέρει να παντρέψουν πιο δεξιοτεχνικά την αλήθεια με την τέχνη όσο το πολυβραβευμένου Στη γη του άγριου μελιού.
Μέσα από εικόνες απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς αλλά κι έναν σκληρό νατουραλισμό που κάνει ανάγλυφη την τραχιά εμπειρία της ζωής στην ορεινή επαρχία, το θεσπέσιο φιλμ των Λιούμπομιρ Στεφάνοφ και Ταμάρα Κοτέφσκα μάς εισάγει –ως κρυφούς παρατηρητές– σ’ ένα χθόνιο σύμπαν όπου η επιβίωση δεν είναι ποτέ δεδομένη κι όπου η συνύπαρξη των ανθρώπων ορίζεται (και βρίσκεται διαρκώς υπό διαπραγμάτευση) απ’ τον αδυσώπητο νόμο της ανάγκης.
Ποιητικά μελαγχολικό, εικαστικά εκθαμβωτικό, σημειολογικά αλάνθαστο στον διακριτικό τρόπο με τον οποίο αναδεικνύει το πρόβλημα της απληστίας ως βασικό παράγοντα της άμετρης εκμετάλλευσης της φύσης αλλά και της κοινωνικής διάσπασης, το Στη γη του άγριου μελιού προσφέρει σε άφθονες ποσότητες τόσο το «μέλι» (ενός αξέχαστου αισθητικού βιώματος) όσο και τα «τσιμπήματα» (των διαπιστώσεων-αληθειών που πονάνε): όπως συμβαίνει συχνά με τα κινηματογραφικά διαμάντια, δεν μπορείς να έχεις το πρώτο χωρίς τα δεύτερα.