Η συνεργασία του βιολιστή Γιάννη Ζευγόλη με την τραγουδίστρια Ειρήνη Κονιτοπούλου Λεγάκη στο άλμπουμ «Ανέφαλα Θαλασσινά» και οι άγνωστες πτυχές της.
Από τα χρόνια της κομπανίας έτρεχα στα στέκια, όπου υπήρχε ζωντανή η σχέση της μουσικής με το κοινό της. Εκεί που οι Έλληνες χόρευαν. Πότε στην Καλλιθέα να δω τον Δοϊτσίδη με τις κόρες του και τους «πυροβάτες» Θρακιώτες. Πότε στο καφενείο «Ζίτσα» με τους Ηπειρώτες στην Ομόνοια, πότε στο Γαλάτσι ή στον Ταύρο με τους Ναξιώτες. Στα Κρητικά δεν πήγαινα. Είχα πιεί από την πηγή. Στο Ηράκλειο είχα θαυμάσει τον Ψαραντώνη με τον γιό του τον Ψαρογιώργη και τον Αχιλλέα Περσίδη στο κέντρο «Λύρα» και στα «Ξυλουρέικα» τον Ψαρογιάννη τον αδελφό του, με λυράρη τον Ross Daly. Μυσταγωγία. Μάζευα κασέτες και δίσκους από τα δισκάδικα της Ομόνοιας. Γνώρισα συλλέκτες και υλικό ανέκδοτο. Και πέφτω πάνω σε ένα Αξιώτικο μπάλο με εισαγωγικό μανέ. Πράγμα σπάνιο. «Ωραία που ’ναι την αυγή, όταν γλυκοχαράζει, χαρά σε εκείνη την καρδιά, που δεν αναστενάζει».
Είναι η Ειρήνη Κονιτοπούλου Λεγάκη. Η απόλυτη ερμηνεία. Αίσθημα, τεχνική, αλήθεια, συγκίνηση. Έψαξα να μάθω γι’ αυτήν. Πήρα δίσκους της και κασέτες. Έτσι όταν συνεργαστήκαμε το 1990 με τον βιολιστή Γιάννη Ζευγόλη στις διαδρομές πριν και μετά την δουλειά, οδηγώντας, είχαμε να λέμε για την Ειρήνη και το νησιώτικο τραγούδι. Ο Γιάννης ήταν από την Απείρανθο της Νάξου και ήταν και στις «Δυνάμεις του Αιγαίου».
Θυμόταν πώς διατηρούσαν οι γονείς του το ναξιώτικο γλέντι στο σπίτι τους με δίσκους ή με όργανα. Πώς 12 χρονών βάλθηκε να μάθει βιολί. Πώς κόλλαγε στην τηλεόραση για τις εκπομπές του Μαντζουράνη. Έλεγε για τον πατέρα της Ειρήνης τον ξακουστό βιολιστή Μιχάλη Κονιτόπουλο ή «Μωρό» που ενώ ήταν φτασμένος βιολάτορας έμπαινε στο καράβι να πάει Αθήνα να κάνει ιδιαίτερα με τον κλασσικό βιολιστή Βύρωνα Κολάση. Για τον έτερο Απειραθίτη ξακουστό βιολιστή, τον ταξιμιτζή Σταμάτη Μπαρδάνη. Για τον Δημήτρη Φυρογένη, τον θείο της Ειρήνης, που ανέπτυξε την αρμονία του νησιώτικου λαούτου. Μιλάει συνέχεια για την παλιά ερμηνεία, την χαλαρότητα του ρυθμού, την ευγένεια της έκφρασης. Ο Γιάννης είναι σα να θέλει να αναστήσει κάτι που το πήρε ο χρόνος. Του έλεγα κι εγώ για τον Γιώργο Κονιτόπουλο που ήταν ο μπροστάρης της οικογένειας και αναπλάθει τα παλιά μοτίβα και ανανεώνει και «επιταχύνει» το νησιώτικο. Πώς αξιοθαύμαστα η οικογένεια αναπαράγεται σαν φράκταλ. Κουβέντες.
Το σκηνικό ξεκινάει το 1979 που ο Ζευγόλης πάει στο χωριό Κυνήγαρος στη Νάξο συναντιούνται και στήνουν ένα αυτοσχέδιο γλέντι με τον «Μήτσο» Φυρογένη. Αυτές οι συνευρέσεις δεν ήταν εύκολες. Οι κομπανίες ήταν κλειστές. Δεν έπαιζαν όλοι με όλους. Υπήρχε μια ιεραρχία. Με εκείνο το γλέντι ο Ζευγόλης ανοίγει την πόρτα της παραδοχής και της αναγνώρισης. Από κει πήρε βάσιμες ελπίδες ότι η μεγάλη του λαχτάρα μπορεί να γίνει. Να κάνει δίσκο με την Ειρήνη. Την φωνή του Αιγαίου.
Το 1991 γνωρίζω από κοντά την οικογένεια γιατί θα κάνω δίσκο στην Ελένη Λεγάκη με συνθέσεις του Γιώργου Κονιτόπουλου. Πρόβα στη Νέα Χαλκηδόνα στο διαμέρισμα του Κονιτόπουλου και είναι σαν να φυσάει μαΐστρος. Στο στούντιο ο Γιώργος έπιανε μια γωνιά, άνοιγε το καραφάκι του κι έπινε να ζεσταθεί» για να παίξει.
Το 1993 είναι ώριμες οι συνθήκες και ο Ζευγόλης με βρίσκει σύμμαχο στο όνειρό του. Να κάνουμε δίσκο με την Ειρήνη Κονιτοπούλου Λεγάκη στη Λύρα. Θαυμάζω την Ειρήνη και θέλω να συμπράξουν οι μουσικές γενιές. Ο Ζευγόλης παίζει α λα παλαιά. Αυτό αρέσει και στην Ειρήνη. Αμοιβαία τα αισθήματα. Κανόνισα να πάμε στο στούντιο «ΣυνΕνα» με ηχολήπτη τον Σπύρο Χατζηνικολάου.
Και ομολογεί ο Ζευγόλης σε συνέντευξη στον Γιώργο Τσάμπρα στο Δίφωνο. «Ηθελα κομμάτια πολύ γνωστά, “φαγωμένα” στα νησιά, όπως το “Αμοργιανό” ή το “Γιάντα”, παιγμένα όμως όχι με το κούρντισμα του κανονικού βιολιού, όπως κουρντίζουνε τώρα, μι-λα-ρε-σόλ, αλλά με το α λα Τούρκα κούρντισμα ρε-λα-ρε-σολ, όπως παίζανε ο πατέρας της Ειρήνης και οι παλιοί βιολάτορες της εποχής εκείνης».
Στο στούντιο ξεκινάμε στις 10 και είναι συνεπέστατοι Έρχεται η κυρία Ειρήνη με το ταγιεράκι της και τα μαλλιά φτιαγμένα. Ο Φυρογένης έρχεται με το κουστούμι του γραβατωμένος με την κυρά του παρέα. Επίσημα. Στην ηχογράφηση μιλάνε μια δικιά τους γλώσσα. Κοιτάζονται και επικοινωνούν. Λένε Μπάλλο και δεν λένε τόνο και μπαίνουν όλοι στο Ντο. Γράφουν και οι τρεις ζωντανά. Έχουμε βάλει διαχωριστικά για να είναι καθαρή η ηχοληψία. Γράφουνε μία κι έξω.
Τραγουδάει στους ίδιους τόνους όταν ήταν είκοσι χρονών. Αβίαστα. Η βάρδια είναι ως τις τέσσερις. Στις τρεις η κυρία Ειρήνη χαιρετάει και φεύγει.Την επομένη λέμε να ακούσουμε τα χθεσινά για να μπούνε στο κλίμα. Ακούει η Ειρήνη το «Ανάθεμα τη την στιγμή» και βάζει τα γέλια. Την κοιτάμε με απορία. «Δεν είμαι εγώ» λέει και γελάει. Δεν το λέω καλά. Θέλει να διορθώσει. Το ξαναλέει μοναδικά. Έχω την κάμερα και τους φωτογραφίζω. Μπαίνει στην αίθουσα η κυρά του Φυρογένη λέγοντας «Κάτσε να σου μάσω τις κλωστές». Κλωστές της φάνηκαν τα καλώδια των ακουστικών. Στις τρεις πάει πάλι να φύγει η Ειρήνη. Της λέω «Πού πάτε, κυρία Ειρήνη, μέχρι τις τέσσερις ήμαστε. Και με αποστομώνει. «Πρέπει να βάλω του Λεγάκη να φάει».
Την τρίτη μέρα έρχεται κι ο Θεολόγος Γρύλλης με την τσαμπούνα του .Ο κύκλος των ηχογραφήσεων πλησιάζει στο τέλος του. Την ψήνει ο Ζευγόλης να πει έναν παλιό καημό της. «Πες το εσύ να ‘χεις την ευχή μου» του λέει. «Πες κάτι χωρίς όργανα που να θυμάσαι από παλιά». Επιμένει ο Ζευγόλης». «Είναι», λέει, «ένα που το ‘χα ακούσει παλιά από μια κοπέλλα αλλά δεν ξέρω αν θα καταφέρω να το πώ όπως το νοιώθω». Λέει το «Πονεμένο στήθος μου» συγκλονιστικά. Το είχε καημό να το πει από νέα αλλά προτιμήθηκαν πιο εξωστρεφή τραγούδια.
Το πονεμένο στήθος μου – Ειρήνη Κονιτοπούλου Λεγάκη
Μας ρωτάει μετά… «Πως είναι;». «Αυτό είναι. Αυτό θέλαμε εμείς». Λέει στον αγαπητό μας Τσάμπρα σε συνέντευξη «μού άρεσε και μένα βέβαια αλλά ίσως δεν έγινε όπως θάπρεπε να γίνει. Δεν πρόλαβα ούτε να σκεφτώ τι να πω, ούτε τίποτα».
Στην ηχογράφηση αυτή έχουν συμπράξει τέσσερις γενιές μουσικών: o Φυρογένης, η Κονιτοπούλου, ο Γρύλλης και ο Ζευγόλης. Προστίθεται λόγω εκτίμησης προς τον Ζευγόλη, ο ερευνητής και επιμελητής μουσικών εκδόσεων, Νίκος Διονυσόπουλος που γράφει ένα εκτενέστατο και αναλυτικό σημείωμα για τον δίσκο. Παραχωρεί και τις φωτογραφίες από το αρχείο του. Τίτλος του δίσκου «Ανέφαλα Θαλασσινά». Η Αργυρώ Σύριγγα κάνει το ποιητικό εξώφυλλο και μας έστειλε και τις φωτογραφίες της έκδοσης.
Άγγελε σε ευχαριστούμε πολύ. Βασίλης Πομόνης