Η Άνδρος από την αρχαιότητα αποτελούσε ναυτικό πέρασμα προς τα μεγάλα κέντρα της Αττικής, της Κωνσταντινούπολης, της Μαύρης Θάλασσας, της Μικράς Ασίας.
Από το στόλο στον οικισμό του Στρόφιλα, τη Ζαγορά, την Παλαιόπολη και τις μετακινήσεις σε Χαλκιδική και Θράκη, μέχρι τα βυζαντινά χρόνια, την αντιμετώπιση πειρατών και Αράβων, τη Λατινοκρατία και τους Οθωμανούς, η Άνδρος πάντα βρίσκονταν στο επίκεντρο των ναυτικών δρώμενων του Αιγαίου.
Η υπογραφή της συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774 μεταξύ της Τσαρικής Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποτέλεσε ορόσημο για την ανάπτυξη του εμπορίου και του εφοπλισμού του νησιού. Επέτρεψε στα Ανδριώτικα καράβια να πολλαπλασιαστούν και να ταξιδεύουν ελεύθερα, υπό την προστασία της Ρωσικής σημαίας, και η Χώρα της Άνδρου άρχισε να γίνεται σημαντικό εμπορικό κέντρο.
Οι θαλάσσιες γραμμές γύρω απ’ το νησί ήταν πολλές, και τα πλοία πολύ συχνά εκτεθειμένα στους ισχυρούς βοριάδες της περιοχής. Ιδιαίτερα στο Στενό του Καφηρέα (Κάβο Ντόρο) και την ανατολική πλευρά του νησιού.
Έτσι στο διάβα του χρόνου, τα νερά της Άνδρου εκτός από δρόμοι προόδου και δημιουργίας έγιναν και μάρτυρες μεγάλων ναυτικών τραγωδιών.
Στις 2 Ιανουαρίου 1791, ιστιοφόρο πλοίο χτυπά στα βράχια της Λαβαντάρας λόγω της θαλασσοταραχής και βυθίζεται. Το όνομα του πλοίου δεν είναι γνωστό, αλλά φαίνεται ότι ήταν κενό φορτίου και όλοι οι επιβαίνοντες πνίγηκαν.
Σε διάφορα έγγραφα που ανταλλάσσονται μεταξύ των κοτζαμπάσηδων του νησιού και της Οθωμανικής Αρχής, διακρίνεται η προσπάθειά τους να προστατέψουν τα αντικείμενα του πλοίου από πιθανή λαφυραγωγία των κατοίκων.
Στο «Τοπωνυμικόν της Νήσου Άνδρου»[3] ο Δημήτριος Π. Πασχάλης αναφέρει:
«Ἀλαβανδάρα ἤ Λαβανδάρα. Ἀπότομος καὶ σχεδὸν κάθετος χαράδρα, νεύουσα πρὸς τὴν θάλασσαν μεταξὺ τῶν ἀκρωτηρίων Κούβουλο καὶ Ἀκαμάτη, λίαν ἐπικίνδυνος εἰς τοὺς παραπλέοντας. Δὲν γνωρίζομεν, ἐὰν ἡ λέξις ἔχει σχέσιν τινὰ πρὸς ἥρωα Ἀλάβανδον, υἰὸν τοῦ Καρὸς καὶ τῆς νύμφης Καλιρρόης, ἤ πρὸς τὴν λὲξιν «ἀλαβάνδα» (λαφυραγωγία), ἴσως διότι τὰ φορτία τῶν ἐκεῖ συχνὰ ναυαγούντων πλοίων διηρπάζοντο ὑπὸ τῶν κατοίκων.»
Ο κοτζαμπάσης Γεώργιος Κονδύλης που διέμενε στη Χώρα, με την είδηση του ναυαγίου μεταβαίνει την ίδια μέρα στην περιοχή για να επιθεωρήσει το περιστατικό και ενημερώνει άμεσα τον έτερο κοτζαμπάση του τόπου Λορέντζο Καΐρη, που διέμενε στη Μεσαριά (Πύργος Παρόδου).
Αναφέρει ότι κάτοικοι του Κάτω Κάστρου (εννοεί και τα γύρω χωριά) είχαν φτάσει στη Λαβαντάρα, αλλά έδωσε εντολή να μην πειράξει κανείς τίποτα από τα πράγματα του ναυαγισμένου καραβιού.
Ο κοτζαμπάσης Λορέντζο Καΐρης απάντησε στο γράμμα του Γεωργίου Κονδύλη την επόμενη ημέρα. Φαίνεται να χειρίζεται το θέμα με υπεύθυνο και δίκαιο τρόπο και ζητάει λεπτομερή καταγραφή όλων των αντικειμένων και μεταφορά τους σε ασφαλές μέρος στην Χώρα ώστε να αποδοθούν στο μέλλον σε όποιους δικαιούχους τα αναζητήσουν. Κάτοικοι που δεν συμμορφώνονται στην παραπάνω εντολή, να απομακρύνονται από το μέρος. Το γράμμα υπογράφουν και άλλοι άρχοντες του νησιού.
Πέτρος Καΐρης.
Δημήτριος Πολέμης.
Μιχαήλ Λορέντζου Καΐρη.
Βασίλειος Καΐρης.
Νικόλαος Κωτάκης.
Σταματέλος Μπίστης.
Λορέντζος Καΐρης.
Μιχαήλ Γεωργίου Καΐρη.»[5]
Οι υποδείξεις των δύο κοτζαμπάσηδων της Άνδρου μοιάζει να μην έπιασαν τόπο και κάποια αντικείμενα του πλοίου αρπάχθηκαν. Στο μεταξύ οι υπεύθυνοι για τα κοινά της Άνδρου είχαν ενημερώσει και την Οθωμανική Αρχή στην Πόλη.
Στις 27 Ιανουαρίου ο Γιουσούφ εφέντης, ως εντεταλμένος της Σαχ Σουλτάνας στην οποία ανήκε η Άνδρος ως τιμάριο, στέλνει διαταγή από την Κωνσταντινούπολη, όλα τα αντικείμενα να καταγραφούν λεπτομερώς και να κρατηθούν στα χέρια των κοτζαμπάσηδων μέχρι να εμφανιστεί κάποιος δικαιούχος,
Όποιος παραβαίνει την εντολή αυτή να σημειώνεται, ώστε να αποφασιστεί αργότερα η τιμωρία του. Ζητάει επίσης πληροφορίες για την εθνικότητα του πλοίου, που σημαίνει ότι η αρχική είδηση ότι πρόκειται για βενετσιάνικο καράβι, ήταν ανακριβής.
Στα αριστερά του ρέματος το όρος Ακαμάτης και αρκετά πίσω το Επάνω Κάστρο. Από δεξιά και μέχρι το φαράγγι των Διποταμάτων, το όρος Κούρβουλο, που δεσπόζει απέναντι από το Συνετί.
Η προσταγή του Γιουσούφ εφέντη, παρελήφθη στις 7 Φεβρουαρίου και επειδή ούτε συγκέντρωση, ούτε καταγραφή των διασωθέντων αντικειμένων του ναυαγίου είχε πραγματοποιηθεί, ο Λορέντζο Καΐρης προκάλεσε ένα δεύτερο έγγραφο στις 9 Φεβρουαρίου το οποίο υπογράφουν 16 έγκριτοι Ανδριώτες.
Σκοπός ήταν να κατοχυρώσει τη Χώρα στο σύνολό της ως κοινότητα απέναντι σε μελλοντική διεκδίκηση δικαιούχων, και να κάνει σαφές ότι η ευθύνη κράτησης αντικειμένων είναι προσωπική.
Δεν είναι γνωστό τι συνέβη τα επόμενα χρόνια. Κάποια αντικείμενα έμειναν στα χέρια του Λορέντζο Καΐρη, ο οποίος πνίγηκε τον Ιανουάριο του 1794 σε ταξίδι του προς την Κωνσταντινούπολη[9].
Το τελευταίο έγγραφο της υπόθεσης χρονολογείται στις 26 Αυγούστου 1799 και αφορά σε πωλητήριο σχοινιών που είχαν μείνει από τα διασωθέντα του ναυαγίου. Ο κοτζαμπάσης Σταματελάκης Μπίστης και ο Τούρκος αγάς, τα πωλούν σε τέσσερις Ανδριώτες ναυτικούς, έναντι τετρακοσίων γροσιών, τα οποία μάλλον μοίρασαν σε όσους συμμετείχαν προ οκταετίας στην επιχείρηση διάσωσης.
Από μαθητής του δημοτικού στο Συνετί, άκουγα για τη Λαβαντάρα (ή Λεβαντάρα) η οποία μου προκαλούσε μια παράξενη έλξη. Σαν απαγορευμένος τόπος. Ήταν μακριά από το χωριό για να πας παιδί με τα πόδια και οι ευκαιρίες να μπεις σε μια βάρκα που θα σε πήγαινε εκεί, ελάχιστες. Η ιστορία του ναυαγίου προσδίδει σίγουρα και άλλο μυστήριο σε αυτόν τον άγριας ομορφιάς τόπο.
Κι αν τίποτα δεν έχει απομείνει από το ξύλινο κουφάρι του πλοίου μετά από σχεδόν 230 χρόνια, η βυθισμένη του άγκυρα ίσως να στέκει ακόμα μάρτυρας της ταραγμένης εκείνης ημέρας.
Ο Σπύρος Τσαούσης μεγάλωσε στο χωριό Συνετί,
MSc. Ευρωπαϊκές Σπουδές, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
υ.γ. 1 Τα παλαιότερα του 1830 ναυάγια θεωρούνται αρχαία και είναι αρμοδιότητα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και κυριότητας ΥΠ.ΠΟ.Α. Η δημοσίευση αυτή αποσκοπεί και στην καταγραφή του άγνωστου αυτού ναυαγίου, με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Για το λόγο αυτό ενημέρωσα την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και ελπίζω σύντομα να προχωρήσουν οι διαδικασίες που προβλέπονται.
υ.γ. 2 Συγγραφή σε πολυτονικό σύστημα και επεξεργασία Google Earth: Σπύρος Τσαούσης. Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Γαρδέλης και Σπύρος Τσαούσης.
[1] https://en.wikipedia.org/wiki/Treaty_of_K%C3%BC%C3%A7%C3%BCk_Kaynarca
[2] Η αποτύπωση του Arthur Tower το 1840
[3] Τοπωνυμικόν της Νήσου Άνδρου, Δημήτριος Π. Πασχάλης, Τυπογραφείον Εστία 1933
[4] Πέταλον, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 157, Δ. Ι. Πολέμη, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Φάκελος 416 αρ. 34
[5] Πέταλον, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 158, Δ. Ι. Πολέμη, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Φάκελος 117 αρ. 26
[6] Πέταλον, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 159, Δ. Ι. Πολέμη, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Φάκελος 417 αρ. 31
[7] Επεξηγήσεις Δ. Ι. Πολέμη
[8] Πέταλον, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 160, Δ. Ι. Πολέμη, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Φάκελος 117 αρ. 27
[9] Πέταλον, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 156, Δ. Ι. Πολέμη, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Φάκελος 418, έγγραφο 22 Νοεμβρίου 1837
[10] Πέταλον, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 161, Δ. Ι. Πολέμη, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Φάκελος 117 αρ. 73