Το Σάββατο 22 Αυγούστου 2020, στις 9:00μμ, ο σκηνοθέτης Πάνος Καρκανεβάτος θα μας παρουσιάσει στην αυλή τη ταινία του,
“Καλά Κρυμμένα Μυστικά – Αθανασία”
Σκηνοθετικό Σημείωμα
Μ’ αυτήν την ταινία, θέλησα να μιλήσω για έναν έρωτα που δεν έγινε αγάπη, παρά μόνο πολύ αργά. Κάποιες έρευνες, στη νησιωτική Ελλάδα το 2000-2003, με έφεραν μπροστά σε γεγονότα, που συνέβησαν πριν χρόνια κι έφτασαν στις μέρες μας, τυλιγμένα στην αχλύ του μύθου.
Τα σημάδια ακόμα ορατά, τα πρόσωπα σιωπηλά, με ξαφνικές εκρήξεις. Κράτησα ορισμένα από αυτά τα στοιχεία στην μυθοπλασία.
Η Αθανασία έρχεται από μακριά και κουβαλά μια ιδιαίτερη ιστορία. Τη συναντούμε στη Νέα Υόρκη, μια γυναίκα μέσα στο πλήθος.
Από εκεί ξετυλίγουμε το νήμα. Οδηγός μας η Άντζελα, κόρη της Αθανασίας, που ταξιδεύει στην Ελλάδα να βρει τον πατέρα της που δεν γνώρισε ποτέ.
Η ταινία δομείται σε δυο χρόνους, με τις συνδέσεις να υπακούν στο αίσθημα που διατρέχει την ιστορία. Η αφήγηση χτίζεται με το ρυθμό του αισθήματος, της καρδιάς. Μια δυο φορές μάλιστα ακούγεται αδιόρατα ο χτύπος της καρδιάς των ηρώων.
Η ταινία γυρίστηκε στην Νέα Υόρκη και τη Νίσυρο.
Η Νίσυρος ήταν ο ιδανικός τόπος για να χωρέσει αυτήν την ιστορία. Ένα νησί-ηφαίστειο. Λάβα, που την έσβησε η θάλασσα. Όπως οι ήρωες, όταν όλα θα είχαν τελειώσει. Πιστεύω πως υπάρχει μια αόρατη αύρα που γράφεται στην εικόνα, από τους τόπους που γυρίστηκε η ταινία.
Αρχικά σχεδιάστηκε να γυριστεί στο Τορόντο. Ήταν όλα έτοιμα εκεί, αλλά την τελευταία στιγμή προτίμησα να γίνει στη Νέα Υόρκη. Σε ένα αρχετυπικό πλαίσιο, χρειαζόταν μια μητρόπολη, σαν την άλλη όψη ενός τόπου απομονωμένου, μακρινού.
Ο χρόνος ορίζεται στην δεκαετία του ’60, σε μια αποκομμένη νησιωτική κοινότητα.
Η εποχή ορίζεται τριάντα χρόνια πίσω. Θα μπορούσε να είναι και περισσότερα, αλλά αυτό εξαρτάται από το πότε ορίζει κανείς το σήμερα. Για την ιστορία μας σήμερα νοείται η δεκαετία του ’90. Ράψαμε όλα τα ρούχα εποχής, ώστε να μην παραπέμπουν σε έναν συγκεκριμένο τόπο.
Δημιουργήσαμε τους εσωτερικούς χώρους από την αρχή, σε κάθε λεπτομέρεια. Με λιτότητα και ακρίβεια.
Το σενάριο γράφτηκε το 2004 και η ταινία μπήκε σε παραγωγή το 2007.
Πάνος Καρκανεβάτος
Ένας έρωτας που άργησε να γίνει αγάπη, η άδηλη εκκρεμότητα κόρης με μάνα, ένα χρέος που πρέπει να εξοφληθεί, η αντίθεση του άγριου μυστικού σε ένα σκληρό νησιωτικό τοπίο με την αμερικανική μεγαλούπολη. Ο Πάνος Καρκανεβάτος φτιάχνει μια ισορροπημένη ταινία που βασίζεται στις δύο όψεις μιας σιωπηλής και βαριάς ηρωίδας και πετυχαίνει στο χρονικό πισωγύρισμα με δυο πολύ δυνατές ερμηνείες, από την Αθανασία της Καλογήρου και της Σταυρούλας Λογοθέτη.
Κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, χωρίς όμως έμφαση στην εποχή, μιας και σε ένα μικρό τόπο ο νεωτερισμός είναι μηδενικός και τα αγκυλωμένα ήθη καλά κρατούν, το σκηνικό είναι ασφυκτικό και κολλημένο σε μια αχρονική παράδοση. Το νησί είναι φτωχό και σκληρό, όπως και οι άνθρωποι που το κατοικούν, ενώ οι νόμοι της μικρής κοινότητας συμβαδίζουν με τους νόμους της φύσης. Το ηφαίστειο, που κοιμάται κι ανασαίνει κάτω από τα πόδια τους, κρατά καλά κρυμμένες μνήμες από το παρελθόν.
Η Αθανασία, δευτερότοκη κόρη χωρίς δικαιώματα στην πατρική περιουσία, σύμφωνα με το παλιό έθιμο, όταν παντρεύεται η μεγάλη αδελφή της, την ακολουθεί στο σπίτι της ως ψυχοκόρη. Η πρωτότοκη Γεωργία είναι η επιλογή της κοινότητας, η δευτερότοκη Αθανασία, η επιλογή της φύσης. Πλάσμα δυνατό, πρόσωπο γήινο, που γυρεύει μια θέση στη ζωή και στην αγάπη. Κάτω από την ίδια στέγη ξετυλίγεται ένας ιδιόμορφος, μυστικός και απαγορευμένος έρωτας. Η Αθανασία θα υποστεί τις συνέπειες και θα χαθεί για πάντα.
Τριάντα χρόνια μετά, μία νεαρή γυναίκα έρχεται από τη Νέα Υόρκη για να βρει τις ρίζες της, τον πατέρα που ποτέ δεν γνώρισε. Είναι η κόρη της Αθανασίας. Εκτός από την τελετουργία της αλήθειας, σημασία για τον Καρκανεβάτο έχει η επιμονή στη μετέωρη έχθρα. Η Αθανασία ποτέ δεν συγχώρεσε τον εαυτό της για τη λαγνεία. Τη θεώρησε μίασμα και ο τρόπος με τον οποίο αντιστάθηκε στον Χρήστο θυμίζει θύμα σε βιασμό. Επακόλουθα, η σκιά της εμπειρίας της εκδηλώθηκε ασυνείδητα στον καρπό της ταραχώδους σχέσης της με αυτόν. Η κόρη της με εκείνη ζούσαν σαν όμοιοι πόλοι μιας ιδιαίτερα ηλεκτρικής ένωσης.
Το ταξίδι είναι ένα ξεκαθάρισμα, έστω κι αν δεν παρουσιάζει κρίσεις εντυπωσιασμού, παρά μόνο σποραδικές, ανθρώπινες και εντελώς κατανοητές εκρήξεις, σαν και αυτές που συμβαίνουν σε φυσιολογικές οικογενειακές σχέσεις. Η επιτυχία του σκηνοθέτη είναι πως τοποθετεί τις δυο γυναίκες σε ένα πλαίσιο θρίλερ. Σταλάζει μέσα τους το δηλητήριο της ανειλικρίνειας. Και το μετατρέπει σε ένα κινηματογραφικό παιχνίδι που διεξάγεται σε διαφορετικά γήπεδα, καθώς η Αθανασία της παλιάς εποχής λειτουργεί ως τρίτο πρόσωπο και ως απάντηση στα μυστικά που συννεφιάζουν τη μάνα και στοιχειώνουν την κόρη. Με επίκεντρο τη γυναικεία ψυχοσύνθεση και την αδυναμία διαφυγής από το βάσανο ενός τόσο σημαντικού μυστικού, αποδεικνύει πως η καρδιά μιλάει δυνατά, ακόμη κι αν αποφεύγει τα λόγια. Η δύναμη της ταινίας κρύβεται στη μυστική της γλώσσα.