O Νίκος ήταν 15 χρόνων όταν μπάρκαρε για πρώτη φορά – δεν είχε ξαναφύγει ποτέ από το σπίτι του και ήταν ενθουσιασμένος. Ταξίδεψε στο Αμστερνταμ, από εκεί στα Σέτλαντς της Σκωτίας και επιβιβάστηκε στο νορβηγικό ιστιοφόρο. Οταν το αντίκρισε στο λιμάνι εντυπωσιάστηκε. Ηταν 73 μέτρα μήκος με τεράστια πανιά, δεν είχε ξαναδεί πιο όμορφο σκάφος στη ζωή του. Μετά την πρώτη ξενάγηση, ο Δημήτρης Κοκκίνης, ο συνοδός του, τον αποχαιρέτησε και τότε, όταν βρέθηκε για πρώτη φορά μόνος του, τρόμαξε. «Αυτό δεν κράτησε πολύ όμως», λέει στην «Κ». Το πλήρωμα με αγκάλιασε, γνωρίστηκα και με τα άλλα παιδιά, μέσα σε λίγες μέρες ένιωθα σαν το σπίτι μου».
Λίγους μήνες νωρίτερα ο Κοκκίνης, που είναι ο ίδιος υποπλοίαρχος, είχε πάει στον φούρνο της οικογένειας του Νίκου στην Ανδρο για να συζητήσουν μια «τρελή» ιδέα: «Θέλετε ο γιος σας να διασχίσει με ένα ιστιοφόρο τη Βόρεια Θάλασσα;». Τους εξήγησε πως πρόκειται για ένα πρόγραμμα που το κάνουν στο εξωτερικό τόσο δόκιμοι ναυτικοί αλλά και νέα παιδιά σαν τον Νίκο, τα καλοκαίρια στο πλαίσιο του επαγγελματικού προσανατολισμού ή απλά σαν μια πολύτιμη εμπειρία. Οι γονείς του στην αρχή ήταν αρνητικοί. «Και εάν πάθει κάτι; Και εάν είναι δύσκολη η επικοινωνία και δεν μπορούμε να του μιλήσουμε;». Τελικά ο Νίκος κατάφερε να τους πείσει. Και μπορεί να μην έγινε ναυτικός –σπουδάζει εκπαιδευτικός στην Κρήτη– αλλά λάτρεψε τη θάλασσα, έκανε φίλους με τους οποίους κρατάει επαφή και έζησε μια αξέχαστη εμπειρία που τον γέμισε αυτοπεποίθηση. Και τα 14 παιδιά που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια την ίδια διαδρομή, μιλούν για ένα ταξίδι που τους έκανε να ονειρευτούν και να κάνουν διαφορετικά σχέδια για το μέλλον τους, πολλοί από αυτούς ναυτικά.
Η όλη ιδέα ξεκίνησε από μια χορηγία δύο υπολογιστών στο ναυτικό λύκειο της Ανδρου από την οικογένεια του Κοκκίνη που ασχολείται με τη ναυτιλία. Οταν στην επικοινωνία που ακολούθησε έμαθε για τις δυσκολίες και τις ελλείψεις που είχαν, αποφάσισε να τους βοηθήσει πιο πρακτικά. Ξεκίνησε διοργανώνοντας μια εκδρομή στη Σύρο. Συγκέντρωσε χρήματα και τα δώδεκα παιδιά του λυκείου μπήκαν στο καράβι της γραμμής. Ηταν όλα κάπως βαριεστημένα. Οπως του εξήγησε ο καθηγητής τους, ζήτημα εάν κάποιο από αυτά θα ασχολούνταν με τη θάλασσα. Οταν έφτασαν στο νησί, επισκέφθηκαν τη ναυτική ακαδημία, το Νεώριο, είδαν ένα βαπόρι σε δεξαμενισμό. «Στο τέλος της ημέρας είδα μια λάμψη στα μάτια τους», θυμάται ο Κοκκίνης. Από εκείνη τη φουρνιά, τελικά τρία παιδιά ασχολήθηκαν με τη θάλασσα.
Οι προσπάθειες
Επόμενο βήμα ήταν να μαζέψει μια παρέα ναυτικών, από νέους που είχαν μόλις μπαρκάρει μέχρι τον 85χρονο τότε καπετάν Καρασταμάτη που ξεκίνησε ναύτης και έγινε επιτυχημένος πλοιοκτήτης. Σκοπός ήταν να γυρίσουν τα σχολεία της Ανδρου και να μιλήσουν για τις ευκαιρίες που τόσο γενναιόδωρα είχε δώσει η θάλασσα στο νησί και στους ανθρώπους του. Η προσπάθεια, όμως, κόλλησε γιατί ήταν μια «ιδιωτική πρωτοβουλία». Πήρε σχεδόν δύο χρόνια για να τα καταφέρουν. Ακολούθησαν και άλλες παρόμοιες προσπάθειες, όμως ο Κοκκίνης είχε αρχίσει ήδη να επεξεργάζεται μια άλλη ιδέα –μιας βιωματικής εμπειρίας όπως αυτή που είχε ο ίδιος στα 15 του σε ένα βαπόρι οικογενειακών φίλων– έπρεπε όμως να βρει έναν ασφαλή τρόπο ώστε παιδιά που δεν είχαν τις ίδιες επαφές να μπορούν να αποκτήσουν ανάλογα ερεθίσματα. Τη λύση τη βρήκε στα δύο νορβηγικά ιστιοφόρα που χρησιμοποιούνται για προγράμματα εκπαίδευσης. Δημιούργησε την «Ειδοθέα», ένα πρόγραμμα υποτροφιών και επικοινώνησε μαζί τους. Τους εξήγησε πως η Ελλάδα πράγματι δεν είχε πλέον τέτοια ιστιοφόρα (σχεδόν όλα έχουν καταστραφεί) αλλά πως θα ήταν ιδανική εκπαιδευτική ευκαιρία για τα παιδιά. Εν μέσω ελληνικής κρίσης βέβαια έπρεπε να τους πείσει πως ήταν φερέγγυος. «Στις διαπραγματεύσεις με άλλες χώρες αρκεί μια προφορική συμφωνία, εμείς όμως έπρεπε να περάσουμε από απίστευτη γραφειοκρατία».
Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε πολλές φορές να επικοινωνήσει με το υπουργείο Παιδείας, όχι για χρηματοδότηση αλλά για να πάρει άδεια και να παρουσιάσει στα σχολεία των Κυκλάδων το πρόγραμμα. Τελικά, αφισοκολλώντας το μόνος του σε διάφορα σημεία των νησιών κατάφερε να τραβήξει το ενδιαφέρον κάποιων μαθητών.
Πέρασαν μια διαδικασία επιλογής αντίστοιχη με αυτήν που περνούν οι ναυτικοί, εκπαιδεύθηκαν στην ορολογία και έγιναν κανονικά μέλη του πληρώματος: με βάρδιες –κάποιες μεταμεσονύκτιες– έκαναν από τιμόνι μέχρι λάντζα. Δεν ήταν ένα εύκολο ταξίδι. Δοκίμασαν, όμως, τα όριά τους και έμαθαν να δουλεύουν σαν ομάδα.
Με χορηγίες
Το κόστος της συμμετοχής κάλυψαν αποκλειστικά χορηγοί: εφοπλιστικές εταιρείες, ιδρύματα, ένα κέντρο ναυτικής εκπαίδευσης, ταξιδιωτικά γραφεία ακόμα και ναυτικοί ή ιδιώτες. Ολοι τους –πλην του κράτους– καταλαβαίνουν πόσο σημαντική είναι μια τέτοια εμπειρία για τα παιδιά αλλά και τη συνέχιση της ναυτικής παράδοσης. Και πράγματι, από τους 14, οι μισοί ήδη σπουδάζουν κάτι σχετικό ή έχουν βάλει στόχο να ασχοληθούν με τη θάλασσα. Οπως η Λέα από την Ανδρο, που ταξίδεψε με το νορβηγικό ιστιοφόρο το 2015. Πριν από το ταξίδι δεν είχε ποτέ σκεφθεί να δουλέψει στα καράβια αλλά ενθουσιάστηκε τόσο που φέτος πέρασε 6 μήνες στη Βόρεια Θάλασσα για να πάρει δίπλωμα ναύτη. Τώρα, κάνει αιτήσεις –ονειρεύεται να μπει σε ένα ιστιοφόρο που κάνει τον γύρο του κόσμου– αλλά βασικά θέλει να βοηθήσει ενεργά με την «Ειδοθέα» που χωρίς κάποια στήριξη από το κράτος, δυσκολεύεται να «φτάσει» στους μαθητές. «Το ταξίδι αυτό ήταν διαφορετικό από οτιδήποτε είχα φανταστεί, μου έδωσε ελπίδα, μου άλλαξε τη ζωή και εάν μπορέσω να βοηθήσω ώστε να το ζήσουν και άλλοι θα είμαι ευτυχής», καταλήγει.
από http://www.kathimerini.gr/986191/gallery/epikairothta/ellada/ma8htes-anoigoyn-pania-pros-mia-empeiria-zwhs