Η Εύα βάζει στην άκρη τις φιλοδοξίες και την καριέρα της προκειμένου να γεννήσει τον Κέβιν. Η σχέση μητέρας και γιου είναι πολύ δύσκολη από τα πρώτα κιόλας χρόνια. Όταν ο Κέβιν γίνεται 15…
κάνει κάτι παράλογο και ασυγχώρητο στα μάτια της ολόκληρης της κοινότητας. Η Εύα αρχίζει να σηκώνει τα “σακιά” της, παλεύει με τα συναισθήματα της θλίψης και της ευθύνης. Αγάπησε ποτέ το γιο της; Και τι μερίδιο από τις πράξεις του Κέβιν της αναλογεί.
Το θέμα είναι δυσεπίλυτο, ένας ψυχαναλυτικός γρίφος δίχως απάντηση.
Ποιος μπορεί να φταίει για την έλλειψη αυθεντικής (ως και χαζοχαρούμενης, στα όρια της αυταπάτης) επαφής της μάνας με το παιδί της, αλλά και για την εγγενή καχυποψία που ενδέχεται να έχει το παιδί από τα μικράτα του, όταν η μητέρα απαρνείται το αυθόρμητο χάδι προς αυτό; Δεν είναι δυνατό να ξέρουμε τις απαντήσεις, αλλά οι πιθανότητες είναι ρευστό υλικό για ψυχολογικό θρίλερ. Η Ράμσεϊ, εξαιρετική σκηνοθέτης του αφαιρετικού Morvern Callar, ερευνά αγωνιωδώς, παραμερίζει την ψεύτρα σάρκα (και την επιδερμική εντύπωση της μητρότητας) για να παρεισφρήσει στις σκοτεινιές της ενοχής, στην αιματοβαμμένη σχέση της μάνας με τον γιο, με αφορμή ένα τρομακτικό γεγονός που φανερώνεται στο φινάλε κι αποτελεί αντικείμενο εικασίας σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Παίζει με την έννοια του κόκκινου χρώματος – το λιντσάρισμα, το αίμα, το πάθος, η ένταση. Το σενάριό της είναι κρυπτικό, σχεδόν υποτυπώδες. Η σκηνοθεσία της δεν αποκαλύπτει πολλά και μπερδεύει περισσότερο μια υπόθεση που ούτως ή άλλως κινείται βαριά στον χρόνο του έργου και στο θολό μυαλό των πρωταγωνιστών. Η απόπειρα συσχέτισης της απτής σχέσης (και της απουσίας της) με τις δομές της αμερικανικής κοινωνίας είναι ξεκομμένη απ’ την πλοκή, και μόνο στην αντιμετώπιση της μάνας/ Έβα από μια εξαγριωμένη συμπολίτισσά της γίνεται αντιληπτή. Γι’ αυτό ευθύνεται η φοβερή Τίλντα Σουίντον, μια ηθοποιός που πλέον έχει περάσει στο επίπεδο της καλλιτεχνικής διάνοιας, αφού κάθε της ερμηνεία είναι κάτι αντίστοιχο με το in vivo στη βιολογία – ένα φαινόμενο όπου το «ζώο» θυσιάζεται στο πείραμα και δημιουργεί κάτι καινούργιο. Τα ρίσκα της Σουίντον είναι τέτοια που δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει σε κάθε σκηνή όπου πρωταγωνιστεί. Για παράδειγμα, με τον Έζρα Μίλερ, τον γιο της στην ταινία, ανταλλάσσει ωμή βία, ακόμη κι όταν αποστρέφει το βλέμμα της απ’ το δικό του, πόσο μάλλον όταν ανακρίνει την αμηχανία της μπροστά στη διαστροφή της προσοχής που εκείνος της ζητάει. Καταφέρνουν να είναι φτυστοί, χωρίς να μοιάζουν. Αδειάζουν τον πατέρα, πάνε στην κόλαση, σαν εραστές που συναντήθηκαν μοιραία στο μαιευτήριο. Υπόκλιση στη Σκωτσέζα. Κανονικά, το φιλμ δεν όφειλε να ονομάζεται Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν, αλλά Πρέπει να χαζέψουμε την Τίλντα. Πηγή: www.lifo. gr
"Πρέπει να μιλήσουμε για το Κέβιν"
Μία πολύ επίκαιρη δυστυχώς ταινία
Σάββατο 12 και Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013
Δημοτικό Κινηματοθέατρο Άνδρου, 8:15μμ